Τρίτη 1 Ιουνίου 2010

ΤΣΟΥΚΑΤΟΣ - ΣΧΟΛΙΑ ΣΕ ΜΙΑ ΑΓΩΓΗ

Άσκησε, λοιπόν, ο κ. Τσουκάτος μία αγωγή αποζημίωσης κατά του κ. Καμμένου, με την οποία ζητά, ως αποζημίωση, για την προσβολή της προσωπικότητάς του, το ποσό των 200.000,00 €.
Και όσον αφορά την τύχη της αγωγής του, ούτε που μας νοιάζει, αφού οι δικαστές θα την κρίνουν στο άμεσο μέλλον.
Αυτό που θα έπρεπε να μας νοιάζει, είναι όσα μέσα στην αγωγή είτε εκούσια είτε ακούσια αναφέρει ο άνθρωπος. Σκέφτομαι ότι με μια ματιά στο παρελθόν, σε συνδυασμό με τα όσα σήμερα γίνονται, καταλαβαίνουμε (με λύπη μας) είτε όλοι είτε λιγότεροι ή περισσότεροι, σε ποιους ανθρώπους είχαμε εγκαταλείψει τις τύχες μας και τις τύχες της Ελλάδας. Αν γυρίζαμε πίσω τον χρόνο, με τη γνώση πια που σήμερα διαθέτουμε, δεν θα θέλαμε αυτούς τους ανθρώπους να τους χρησιμοποιήσουμε αλλά και ούτε να τους ξέρουμε.
Τι λέει ο άνθρωπος διηγηματικά στην αγωγή του (για την συνάντησή του με τον Χριστοφοράκο και την προσφορά του τελευταίου να δωρίσει στο ΠΑΣΟΚ κάποιο ποσό για την προεκλογική του εκστρατεία);
«Αποδέχθηκα καταρχήν, την προσφορά του, στα πλαίσια μιας πολυετούς πρακτικής των μεγάλων κομμάτων, αποδοχής προεκλογικών ενισχύσεων, με ποσά που υπερέβαιναν το προβλεπόμενο νόμιμο όριο, για την κάλυψη των εκλογικών εξόδων, που πάντοτε υπερέβαιναν κατά πολύ τα εμφανιζόμενα επισήμως».
Δηλαδή ο κ. Τσουκάτος ομολογεί:
1) ότι εκτός από το ποσό της ΣΗΜΕΝΣ (1.000.000,00 μάρκα), έχουν εισρεύσει στο ταμείο του ΠΑΣΟΚ και άλλα ποσά (ως προεκλογική ενίσχυση) που υπερέβαιναν το νόμιμο όριο. Συνεπώς, η εισαγγελική αρχή πρέπει να καλέσει είτε αυτόν είτε οποιονδήποτε αρμόδιο του Ταμείου του ΠΑΣΟΚ και να ρωτήσει για τα άλλα ποσά και τους καταθέτες εγχώριους ή αλλοδαπούς, αφού κι αυτοί υπέπεσαν σε αδικήματα, έστω και απλώς φορολογικά. Και αν δεν το κάνουν οι εισαγγελικοί λειτουργοί, ας το ερευνήσει η εκείνη η περίεργη επιτροπή του Ν 3023/2003, που είναι αρμόδια για τους ελέγχους των οικονομικών των κομμάτων. Και να μας πουν τι βρήκαν.
2) ότι αυτή η πρακτική είναι πρακτική πολλών ετών και την αποδέχονται τα μεγάλα κόμματα. Συνεπώς, ο εισαγγελικός ή φορολογικός έλεγχος να επεκταθεί σε όλα τα κόμματα. Αν ακολουθήσουμε την οσμή της παροχής χρήματος στα ταμεία των κομμάτων («μαύρου» συνήθως), θα μπορέσουμε να ακολουθήσουμε, σε αντίστροφη πορεία, την οσμή της αντιπαροχής των κομμάτων προς τους χρηματοδότες.
3) ότι τα κόμματα (τα μεγάλα) παρανόμησαν αποδεχόμενα προεκλογικές ενισχύσεις που υπερέβαιναν το νόμιμο όριο. Ας γίνει, λοιπόν, έλεγχος στα οικονομικά τους. Ας τους καταλογισθούν, λοιπόν, οι παραβάσεις και ας τις πληρώσουν (όχι βεβαίως με κρατικές ενισχύσεις). Και αν δεν καταφέρουν να εξοφλήσουν τα χρέη τους ακόμη και με τις κατασχέσεις των περιουσιακών στοιχείων, ας πτωχεύσουν. Ούτε μας νοιάζει. Να μη ξεχνάμε ότι άλλο πράγμα είναι το κόμμα και άλλο η κάθε φορά κυβέρνηση. Μη τα μπερδεύουμε.
4) ότι τα κόμματα τηρούν μαύρα βιβλία (Τσουκάτος: «…που πάντοτε υπερέβαιναν κατά πολύ τα εμφανιζόμενα επισήμως»). Συνεπώς, η αρμόδια επιτροπή θα πρέπει να πάρει τα μέτρα που ο νόμος προβλέπει. Η δομή του Κράτους, που πρέπει να είναι συνεχής και αναλλοίωτη, δεν έχει να κάνει με τους κομματικούς σχηματισμούς, αλλά να ενεργήσει όπως για τον κάθε έμπορο που συλλαμβάνεται να διατηρεί διπλά βιβλία.

Συνεχίζει ο κ. Τσουκάτος στην αγωγή του με τα εξής εκπληκτικά:
«Τα ανωτέρω γεγονότα κατέθεσα ήδη απ’ τον Ιούνιο του έτους 2008 ενώπιον του Εισαγγελέα Πρωτοδικών κ. Π. Αθανασίου, που διενεργούσε προκαταρκτική έρευνα για την υπόθεση Siemens, αλλά και τον Ιούλιο του έτους 2009, απολογούμενος ενώπιον του Ειδικού Ανακριτή κ. Ζαγοριανού κι ανέλαβα πλήρως τις συνέπειες της πράξεώς μου, για την οποία όχι μόνον επειδή σήμερα κατηγορούμαι, αλλά και για λόγους υπέρτερους, μετά τη πρόσφατη αποκάλυψη της αληθινής δραστηριότητας της άνω εταιρείας, ουδόλως νοιώθω ήρεμη τη συνείδησή μου».
Τι λέει, ο άνθρωπος! Δεν έχει ήρεμη συνείδηση, γιατί μόλις τώρα ανακάλυψε ότι η «χορηγία» ή «χορηγίες» της ΣΗΜΕΝΣ δεν είχαν χαρακτήρα δωρεάς, αλλά χαρακτήρα ανταποδοτικό. Τι πίστευε, δηλαδή ο κ. Τσουκάτος. Ότι τα "χαζά" μέλη του  Διοικητικού Συμβουλίου μιας από τις μεγαλύτερες εταιρίες του είδους της στον κόσμο έκαναν αγαθοεργίες; Καλά, κ. Τσουκάτε. Πού ήσασταν όλα αυτά τα χρόνια, όταν η εταιρία αυτή έπαιρνε όλα τα έργα που γινόντουσαν στην Ελλάδα σε πολλαπλάσιες τιμές από τους ανταγωνιστές της; Λείπατε; Μα ο κόσμος σας ψήφιζε για να είστε εδώ και όχι αλλού. Και σήμερα σας θέλουμε εδώ. Όχι για να μας κυβερνήσετε. Αυτό το έργο το έχουμε δει. Απλά, θέλουμε να λογοδοτήσετε, ακόμη και σαν απλός αναγκαίος συνεργός σε αδικήματα κακουργηματικού χαρακτήρα.

Συνεχίζει, όμως, ο κ. Τσουκάτος στην αγωγή του με τα επίσης εκπληκτικά:
«Πιστεύω όμως, πως λέγοντας απ’ την αρχή δημόσια και με ευθύτητα την αλήθεια κι αναλαμβάνοντας τις ευθύνες μιας πράξεως, που τότε μεν θεωρούσα πολιτικά συνήθη, σήμερα όμως απολύτως καταδικαστέα, συνέβαλα αποφασιστικά στην αποκάλυψη της πραγματικότητας του τρόπου χρηματοδότησης των κομμάτων, που επί δεκαετίες αποτέλεσε πολιτικό ταμπού, το οποίο όσοι ασχολούνταν με την πολιτική γνώριζαν άριστα, αλλά αποσιωπούσαν για ευνόητους λόγους».
Δεν καταλάβαμε καλά κ. Τσουκάτε. Από ποιαν "αρχή" είπατε «δημόσια» και με «ευθύτητα» την «αλήθεια»; Τώρα δεν είναι η αρχή. Η αρχή ήταν τότε. Αλλά τότε, στην αρχή, δεν είπατε καμία αλήθεια με καμία ευθύτητα. Τώρα είναι το τέλος και με «ευθύτητα» είπατε «όση αλήθεια» θέλατε εσείς. Αν δεν γινόταν γνωστό το θέμα του 1.000.000,00 μάρκων, πότε θα λέγατε με ευθύτητα την αλήθεια; Όλα τα παραπάνω τα αναφέρετε προς χρήση στο Δικαστήριο. Αλλά, φαίνεται ότι ξεχνάτε ένα γεγονός: οι Δικαστές είναι εξαιρετικά μορφωμένοι, οξυδερκέστατοι και κατ’ αμάχητο τεκμήριο έξυπνοι. Πιο έξυπνοι από εσάς. Δεν θα τους πείσετε ότι από την "αρχή" είπατε την "αλήθεια". Στο τέλος την είπατε κ. Τσουκάτε, στο τέλος και από ανάγκη. Και, προφανώς, θέλετε να ενημερώσετε και τους λοιπούς, που δεν είπαν τίποτε από την αρχή, αλλά ούτε και τώρα, ότι άνετα μπορείτε να τους εκθέσετε («…όσοι ασχολούνται με την πολιτική γνώριζαν άριστα, αλλά αποσιωπούσαν για ευνόητους λόγους»). Ονόματα, κύριε Τσουκάτε. Ποσά, κύριε Τσουκάτε. Χορηγούς, κε Τσουκάτε. Τουλάχιστον να μείνετε στη μνήμη των αηδιασμένων πολιτών όχι σαν ο φιλαλήθης και ευθύς Τσουκάτος, αλλά ως ο μετανοήσας κ. Τσουκάτος. Και αν από τον οικογενειακό σας προϋπολογισμό περισσεύουν τίποτε λεφτά, κάντε μία χορηγία και σεις όχι σε κόμμα, αλλά σ’ εκείνο τον αραχνιασμένο λογαριασμό της «εθνικής ανάτασης».